Η Ντεφνέ δεν μπορεί να ξεπεράσει τη στεναχώρια που της προκαλεί η επιμονή της γιαγιάς Τουρκιάν και άλλων των δικών της ανθρώπων να απορρίπτουν τη σχέση της με τον Ομέρ. Αισθάνεται πως είναι μόνη εναντίον όλων και αυτό την πνίγει. Επιπλέον, νιώθει πως εξαιτίας της δικής της κακής ψυχολογικής κατάστασης δεν μπορεί να βοηθήσει τον Ομέρ να ξεπεράσει τους εφιάλτες του.
Ο Ομέρ στεναχωριέται πολύ που βλέπει την Ντεφνέ έτσι. Μετά από σκέψη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να βοηθήσει την Ντεφνέ να νιώσει καλύτερα είναι να την πάρει και να ζήσουν οι δυο τους μακριά από όλους. Γι’ αυτό και της κάνει την πρόταση να μετακομίσουν μαζί και να πάνε να ζήσουν στη Ρώμη.
Η Ντεφνέ βλέπει αυτή την πρόταση σαν σανίδα σωτηρίας. Αισθάνεται ότι θα είναι πιο ευτυχισμένη όταν δεν θα χρειάζεται να απολογείται για τις επιλογές της και να ντρέπεται γι’ αυτές. Το «ναι» στην πρόταση του Ομέρ έρχεται γρήγορα και οι δύο ερωτευμένοι αποφασίζουν να φύγουν την επόμενη κιόλας ημέρα και μάλιστα χωρίς να ανακοινώσουν στους δικούς τους τα σχέδια τους.
Όμως, οι προθέσεις τους δεν μένουν κρυφές και έτσι ένας – ένας οι φίλοι και οι συγγενείς τους τους επισκέπτονται για να τους αποχαιρετήσουν…